Παρασκευή 25 Σεπτεμβρίου 2020

Δικαίωμα παροχής έγκαιρης προστασίας στις απολύσεις

 

Με την απόφαση 6028/2008, το ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ δίκασε ασφαλιστικά μέτρα, που αφορούσαν προσωρινή επαναπρόσληψη [«επανατοποθέτηση»] εργαζόμενου, ώσπου να δικαστεί τελεσίδικα η υπόθεσή του. Παραστάθηκαν μεγάλα ονόματα του χώρου του εργατικού δικαίου και ειδικά από την πλευρά του εργοδότη [της μεγαλύτερης εταιρείας σεκιούριτυ, που έχει αναλάβει τη φύλαξη δικαστηρίων, το «βραχιολάκι» κλπ εκτός από το βασικό δικηγόρο της [καλό γνώστη του εργατικού δικαίου, έχω συγκρουστεί μαζί του στο ΣΕΠΕ και το ακροατήριο] προσέλαβε και κορυφαίο καθηγητή του εργατικού δικαίου. Με την απόφαση αυτή είχε απορριφθεί η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με το σκεπτικό που παραθέτω ολόκληρο και κατά λέξη:







































Είναι φανερό ότι κάτι λάθος έκανε το … Σύνταγμα, που στο άρθρο 20 § 1 καθιερώνει την υποχρέωση του κράτους για παροχή  νομικής προστασίας γενικά, οπότε και έγκαιρης. Ομόφωνα θεωρία και πρόσφατη νομολογία τάσσονται υπέρ της άποψης ότι είναι θεμελιακό δικονομικό δικαίωμα, το δικαίωμα για παροχή έννομης προστασίας από τα πολιτικά ή διοικητικά δικαστήρια και ότι το δικαίωμα αυτό δεν περιορίζεται μόνο στην οριστική δικαστική προστασία, αλλά και στην παροχή έγκαιρης προσωρινής προστασίας.

Η προσωρινή παροχή έννομης προστασίας θεμελιώνεται στο Σύνταγμα μόνο όταν χωρίς αυτήν ο πολίτης παραμένει χωρίς αποτελεσματική έννομη προστασία όταν δηλαδή η τελική δικαστική προστασία έρχεται τόσο αργά ώστε να είναι χωρίς αξία για αυτούς τους οποίους αφορά.

Ο νομοθέτης δεν μπορεί να αποκλείσει ολόκληρα τμήματα του δικαίου οι από την παροχή προσωρινής έννομης προστασίας η δραστική πρόσβαση σε δικαστικό όργανο και η παροχή έννομης προστασίας από αυτό, είναι δύο δικαιώματα που παραβιάζονται όταν ο νόμος άμεσα ή έμμεσα ακόμη και δια της σιωπής του, απαγορεύει η δυσχεραίνει την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας στη διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.

Έτσι στο «δίκιο του εργοδότη», που αναγκάζεται να προσλάβει έναν εργαζόμενο που απέλυσε, αντιπαρατίθεται το «δίκιο του εργαζόμενου», που απολύθηκε άδικα και μετά 3-4 χρόνια, όταν τυχόν τελεσιδικήσει η απόφαση που θα τον δικαιώνει, αυτό θα είναι δώρο-άδωρο. Ειδικά μάλιστα στην περίπτωση που ο εργαζόμενος απολύθηκε με δήθεν «οικειοθελή αποχώρηση», τότε ούτε επίδομα ανεργίας δεν δικαιούται να πάρει, ούτε αποζημίωση απόλυσης και οι περιπτώσεις αυτές έχουν αυξηθεί υπέρμετρα το τελευταίο διάστημα.

Τα δικαστήριά μας –και σωστά- ρυθμίζουν προσωρινά καταστάσεις, όπου ενισχύουν τη θέση της μίας πλευράς έναντι της άλλης, για πολλά χρόνια, ώσπου να κριθούν τελεσίδικα. Έτσι π.χ. παραχωρούν στη σύζυγο, το δικαίωμα χρήσης του ΙΧΕ αυτοκινήτου που ανήκει στο σύζυγο, για να μεταφέρει τα ανήλικα τέκνα της στο σχολείο κλπ. ακόμη και αν δεν έχει δίπλωμα οδήγησης και πάντως πριν το αποκτήσει, οπότε νόμιμα δεν θα είχε δικαίωμα να οδηγήσει το ΙΧ όταν δικάζονται τα ασφαλιστικά μέτρα. Δεν διανοήθηκε κανείς να αμφισβητήσει ότι σε μία τέτοια περίπτωση, η σύζυγος είχε το δικαίωμα να ζητήσει τη χρήση του αυτοκινήτου, γιατί τάχα έτσι θα απολάμβανε δικαίωμα που έπρεπε να κριθεί με ριστική απόφαση, όταν μάλιστα ο σύζυγος, θα επιβαρύνεται με τεκμήριο, τέλη κυκλοφορίας, πρόστιμα, ΚΤΕΟ κλπ.

Τι είναι άραγε αυτό που κάνει το εργατικό δίκαιο, τόσο δυσμενώς … προνομιούχο, ώστε εκεί ο εργοδότης, που απέλυσε με ψευδή καταμήνυση ή οικειοθελή αποχώρηση έναν εργαζόμενο, να τον αποστερήσει μισθού, επιδόματος ανεργίας και αποζημίωσης για κάμποσα χρόνια, ώσπου να βγει τελεσίδικη απόφαση και γιατί άραγε να μην απολύσουν όλοι οι εργοδότες τους … ενοχλητικούς συνδικαλιστές τους, ότι δήθεν τους συκοφάντησαν ή τους εξύβρισαν π.χ. χαρακτηρίζοντάς τους ως «εκμεταλλευτές» χωρίς αποζημίωση κλπ. για κάμποσα χρονάκια κι έχει ο θεός [της εκμετάλλευσης]…  

Εργοδοτικό εργατικό δίκαιο

 


Δίχως την παραμικρή αμφιβολία ο κλάδος του δίκαιου που επιδέχεται μέσα από τη νομοθεσία αλλά κυρία μέσα από την νομολογία τις πιο αντιφατικές ταξικές ερμηνείες όρων που είναι ηθελημένα ασαφείς είτε είναι σαφείς αλλά αυτό δεν είναι βολικό για τους ταξικούς ερμηνευτές τους.
Αποτελεί καθήκον του Νομικού με την έννοια του επιστήμονα που δεν πιστεύει ότι η επιστήμη γενικά, η νομική επιστήμη ειδικά και ειδικότερα η επιστήμη του εργατικού δικαίου είναι αντικειμενική, να αποκαλύπτει και να μην αφήνει να υφίσταται συγκαλυμμένες ταξικές εργοδοτικές ερμηνείες του εργατικού δικαίου που δεν έχουν καμία απολύτως σχέση με το υπόλοιπο -αστικό κατά τα άλλα δίκαιο- και συνεπώς είναι άδικες και παράνομες, δίνοντας μερικές φορές ακόμη και εξωφρενικές απαντήσεις σε ερωτήματα που θέλει η πραγματικότητα ακόμη και στα πιο απλά.
Έτσι θα ακολουθήσει σειρά άρθρων -όχι συνεχόμενα- που θα επιχειρούν να αποκαλύπτουν ακριβώς αυτές τις λαθροχειρίες του εργοδοτικού εργατικού δικαίου.
Μακριά από εμένα να αποδώσω κάποια «προλεταριακής υφής» ερμηνεία του αστικού εργατικού δικαίου. Η ταξικότητα του εργατικού δικαίου στον καπιταλισμό είναι δεδομένη, ανεξάρτητα όμως από αυτό οι ειδικότεροι όροι της εκμετάλλευσης της ανθρώπινης εργασίας δεν είναι καθόλου δεδομένοι, είναι αποτέλεσμα ταξικών συσχετισμών και συγκρούσεων και πολλές φορές η «συνθήκη ειρήνης» που υπογράφεται μεταξύ των αντιμαχόμενων τάξεων και γράφεται από το κράτος τους επιστήμονες και καλείται να εφαρμοστεί από τα δικαστήρια, έχει ένα περιεχόμενο, το οποίο πολλές φορές δεν αποδίδει το νόημα των όσων συμφωνήθηκαν και παραχωρήθηκαν στον κόσμο της εργασίας αλλά συμπράττει συνειδητά σε μία λιγότερο ή περισσότερο συγκαλυμμένη προσπάθεια ανάκλησης αυτού που χορηγήθηκε ή έστω αν θέλετε παραχωρήθηκε μέσα από ψευδοερμηνείες ψευδοεπιστημονικές μπαγαποντιές και γενικά θεωρητικές αλχημείες και κατασκευές που δεν αντέχουν ούτε καν στην κοινή λογική.
Στην κοινή λογική λοιπόν θα παραδίδω με απλά λόγια αυτού του είδους τις περίεργες ταξικές παρερμηνείες του εργατικού δικαίου θεωρώντας ότι έτσι θα βοηθήσω στην αποκάλυψη του ταξικού και πολιτικού τους χαρακτήρα της ρευστότητας που καθορίζει η ταξική πάλη και της ανάγκης να ξεκαθαριστούν τα πράγματα ακόμη και για λόγους ασφάλειας δικαίου που σημαίνει σε τελευταία ανάλυση διαφάνεια για τους εργαζόμενους στους οποίους το εργατικό εισόδημα αποτελεί τη μοναδική ή τη βασική πηγή εισοδημάτων για την επιβίωση των ίδιων και της οικογένειάς τους.
Αντιλαμβάνομαι απολύτως ότι η κυρία αντίθεση μπορεί να είναι ακριβώς από αυτούς τους ψευδοερμηνευτές του εργατικού δικαίου, ωστόσο αντιλαμβάνομαι -αν και δεν δικαιολογώ- μία άλλης μορφής «επαναστατική» αντίρρηση η οποία θα θεωρούσε τον καπιταλισμό και την ταξική πάλη σαν κάτι το ακίνητο και αναλλοίωτο στο χρόνο, όπου η μόνη ελπίδα θα ήταν η προλεταριακή επανάσταση. Συμπαθής βεβαίως η άποψη, όμως όλοι λίγο ως πολύ έχουμε αντιληφθεί ότι αυτή η προλεταριακή αντίληψη για το εργατικό δίκαιο όπου εφαρμόστηκε δεν ήταν καθόλου καλύτερη για τη ζωή των εργαζομένων οι οποίοι πίστεψαν στην επανάσταση την πάλεψαν και την πέτυχαν. Ακόμη χειρότερα όμως η αφετηρία αυτής της άποψης είναι τελείως αντιδιαλεκτική. Το να πιστεύει κανείς ότι όλα μέσα στον καπιταλισμό είναι εντελώς αναλλοίωτα και αμετάβλητα, είναι ένα σίγουρο λάθος. Ο κόσμος αλλάζει, οι ιδέες επίσης, οι θεωρίες, τα μοντέλα, οι ρυθμίσεις, ακόμη και οι αυτοματισμοί…