Με την απόφαση 6028/2008, το ΜΟΝΟΜΕΛΕΣ ΠΡΩΤΟΔΙΚΕΙΟ ΑΘΗΝΩΝ
δίκασε ασφαλιστικά μέτρα, που αφορούσαν προσωρινή επαναπρόσληψη
[«επανατοποθέτηση»] εργαζόμενου, ώσπου να δικαστεί τελεσίδικα η υπόθεσή του.
Παραστάθηκαν μεγάλα ονόματα του χώρου του εργατικού δικαίου και ειδικά από την
πλευρά του εργοδότη [της μεγαλύτερης εταιρείας σεκιούριτυ, που έχει αναλάβει τη
φύλαξη δικαστηρίων, το «βραχιολάκι» κλπ εκτός από το βασικό δικηγόρο της [καλό
γνώστη του εργατικού δικαίου, έχω συγκρουστεί μαζί του στο ΣΕΠΕ και το ακροατήριο]
προσέλαβε και κορυφαίο καθηγητή του εργατικού δικαίου. Με την απόφαση αυτή είχε
απορριφθεί η αίτηση ασφαλιστικών μέτρων με το σκεπτικό που παραθέτω ολόκληρο
και κατά λέξη:
Είναι φανερό ότι κάτι λάθος έκανε το … Σύνταγμα, που στο
άρθρο 20 § 1 καθιερώνει την υποχρέωση του κράτους για παροχή νομικής προστασίας γενικά, οπότε και έγκαιρης. Ομόφωνα θεωρία και πρόσφατη
νομολογία τάσσονται υπέρ της άποψης ότι είναι θεμελιακό δικονομικό δικαίωμα, το
δικαίωμα για παροχή έννομης προστασίας από τα πολιτικά ή διοικητικά δικαστήρια
και ότι το δικαίωμα αυτό δεν περιορίζεται μόνο στην οριστική δικαστική
προστασία, αλλά και στην παροχή έγκαιρης
προσωρινής προστασίας.
Η προσωρινή παροχή έννομης προστασίας θεμελιώνεται στο
Σύνταγμα μόνο όταν χωρίς αυτήν ο πολίτης παραμένει χωρίς αποτελεσματική έννομη
προστασία όταν δηλαδή η τελική δικαστική προστασία έρχεται τόσο αργά ώστε να
είναι χωρίς αξία για αυτούς τους οποίους αφορά.
Ο νομοθέτης δεν μπορεί να αποκλείσει ολόκληρα τμήματα του
δικαίου οι από την παροχή προσωρινής έννομης προστασίας η δραστική πρόσβαση σε
δικαστικό όργανο και η παροχή έννομης προστασίας από αυτό, είναι δύο δικαιώματα
που παραβιάζονται όταν ο νόμος άμεσα ή έμμεσα ακόμη και δια της σιωπής του,
απαγορεύει η δυσχεραίνει την παροχή προσωρινής δικαστικής προστασίας στη
διαδικασία των ασφαλιστικών μέτρων.
Έτσι στο «δίκιο του εργοδότη», που αναγκάζεται να
προσλάβει έναν εργαζόμενο που απέλυσε, αντιπαρατίθεται το «δίκιο του
εργαζόμενου», που απολύθηκε άδικα και μετά 3-4 χρόνια, όταν τυχόν τελεσιδικήσει
η απόφαση που θα τον δικαιώνει, αυτό θα είναι δώρο-άδωρο. Ειδικά μάλιστα στην
περίπτωση που ο εργαζόμενος απολύθηκε με δήθεν «οικειοθελή αποχώρηση», τότε
ούτε επίδομα ανεργίας δεν δικαιούται να πάρει, ούτε αποζημίωση απόλυσης και οι
περιπτώσεις αυτές έχουν αυξηθεί υπέρμετρα το τελευταίο διάστημα.
Τα δικαστήριά μας –και σωστά- ρυθμίζουν προσωρινά
καταστάσεις, όπου ενισχύουν τη θέση της μίας πλευράς έναντι της άλλης, για
πολλά χρόνια, ώσπου να κριθούν τελεσίδικα. Έτσι π.χ. παραχωρούν στη σύζυγο, το
δικαίωμα χρήσης του ΙΧΕ αυτοκινήτου που ανήκει στο σύζυγο, για να μεταφέρει τα
ανήλικα τέκνα της στο σχολείο κλπ. ακόμη και αν δεν έχει δίπλωμα οδήγησης και
πάντως πριν το αποκτήσει, οπότε νόμιμα δεν θα είχε δικαίωμα να οδηγήσει το ΙΧ
όταν δικάζονται τα ασφαλιστικά μέτρα. Δεν διανοήθηκε κανείς να αμφισβητήσει ότι
σε μία τέτοια περίπτωση, η σύζυγος είχε το δικαίωμα να ζητήσει τη χρήση του
αυτοκινήτου, γιατί τάχα έτσι θα απολάμβανε δικαίωμα που έπρεπε να κριθεί με
ριστική απόφαση, όταν μάλιστα ο σύζυγος, θα επιβαρύνεται με τεκμήριο, τέλη
κυκλοφορίας, πρόστιμα, ΚΤΕΟ κλπ.
Τι είναι άραγε αυτό που κάνει το εργατικό δίκαιο, τόσο
δυσμενώς … προνομιούχο, ώστε εκεί ο εργοδότης, που απέλυσε με ψευδή καταμήνυση
ή οικειοθελή αποχώρηση έναν εργαζόμενο, να τον αποστερήσει μισθού, επιδόματος
ανεργίας και αποζημίωσης για κάμποσα χρόνια, ώσπου να βγει τελεσίδικη απόφαση
και γιατί άραγε να μην απολύσουν όλοι οι εργοδότες τους … ενοχλητικούς
συνδικαλιστές τους, ότι δήθεν τους συκοφάντησαν ή τους εξύβρισαν π.χ.
χαρακτηρίζοντάς τους ως «εκμεταλλευτές» χωρίς αποζημίωση κλπ. για κάμποσα
χρονάκια κι έχει ο θεός [της εκμετάλλευσης]…